παρενόχληση — η 1. ελαφρά και συνεχής παρεμπόδιση κάποιου στην εργασία του. 2. διατάραξη της ησυχίας κάποιου. 3. εικονική στρατιωτική επίθεση κατά του εχθρού με σκοπό να μην ησυχάζει … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
έλας — (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός). Ένοπλες δυνάμεις της αντιστασιακής οργάνωσης EAM κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, που αποτέλεσαν τη σημαντικότερη ανταρτική δύναμη στα χρόνια της Κατοχής. Ο πρώτος πυρήνας του μελλοντικού… … Dictionary of Greek
νίλα — η 1. μεγάλη συμφορά, ζημία, φθορά, καταστροφή («πάθαμε νίλα με την ανομβρία φέτος») 2. (ειδ. στον στρατό) νίλα ή νίλες οι διάφοροι μικροβασανισμοί και οι αγγαρείες που επιβάλλουν οι παλαιότεροι στρατιώτες στους νεοσύλλεκτους με σκοπό την… … Dictionary of Greek
παραλύπησις — ήσεως, ἡ, Μ [παραλυπώ] παρενόχληση … Dictionary of Greek
παρενόχλημα — το, ΜΑ [παρενοχλώ] η παρενόχληση («πανοίκιος... συναναιρεθεὶς ὡς περιττὸν ἄχθος καὶ παρενόχλημα», Φίλ.) … Dictionary of Greek
πεδίο — Στη φυσική, ο χώρος (περιορσμένος ή απεριόριστος) που σε κάθε σημείο του ένα φυσικό μέγεθος έχει μια ορισμένη τιμή, που εξαρτάται γενικά από τη θέση του θεωρούμενου σημείου στον χώρο, ενδεχομένως και από τον χρόνο. Το φυσικό μέγεθος μπορεί να… … Dictionary of Greek
σταύρωμα — το, ΝΜΑ [σταυρῶ, ώνω] νεοελλ. 1. ο σχηματισμός τού σημείου τού σταυρού ως ευχή σε κάποιον ή για ξεμάτιασμα 2. ταλαιπωρία, συνεχής παρενόχληση 3. η πρώτη σχηματοποίηση τού εμβρύου τών πτηνών στα αβγά 4. τεχνολ. η αλλαγή τής θέσης τών ελαστικών στα … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Κλίντον, Μπιλ — (William Jefferson Klinton, Χόουπ, Αρκάνσας 1946 –). Αμερικανός πολιτικός, πρόεδρος των ΗΠΑ (1992 2000). Σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια Τζόρτζταουν, Όξφορντ και Γέιλ, ενώ δίδαξε νομικά ως καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Αρκάνσας (1974 76).… … Dictionary of Greek